ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ – ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ

Η Κύπρος επηρεασμένη από τη γεωγραφική της θέση, (ανάμεσα σε τρεις ηπείρους), τη σχέση της με τις γειτονικές χώρες και τις γαστρονομικές επιρροές που άφησαν οι κατακτητές που πέρασαν από το έδαφός της, διαμόρφωσε στο πέρασμα του χρόνου ένα ιδιαίτερο μωσαϊκό γεύσεων.

Από το δωδέκατο αιώνα και μετά, η Κύπρος πέρασε υπό τη διαδοχική κατοχή Γάλλων, Ιταλών, Τούρκων και Άγγλων που όλοι επηρέασαν και διαμόρφωσαν τελικά την κουζίνα του νησιού σε ένα μείγμα ελληνικής-μεσογειακής, ανατολίτικης και ευρωπαϊκής κουζίνας. Γι’ αυτό άλλωστε και η Κύπρος χαρακτηρίζεται ως «Γαστρονομικό Σταυροδρόμι».

Οι Κύπριοι που είχαν αναπτύξει το εμπόριο σε όλη τη Μεσόγειο, έφεραν από τα ταξίδια τους υλικά, αλλά και διατροφικές συνήθειες άλλων λαών, ενσωματώνοντάς τα όλα στην κουζίνα και τη γαστρονομική κουλτούρα του νησιού.

Σαν τμήμα της αρχαίας Αιγύπτου, η Κύπρος είχε κύμινο, ενώ την κανέλα την εισήγαγε από τη Σρι Λάνκα. Το μαγειρικό σκεύος γνωστό σαν «Ταβάς» προέρχεται από τη Συρία – κατά τον Μεσαίωνα, στην Κύπρο ζούσε μεγάλη κοινότητα Μαρωνιτών από τη Συρία. Η ανάμειξη δε κύμινου και κανέλας αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικά μείγματα της Κυπριακής κουζίνας και ένα παράδειγμα της πολιτισμικής και γαστρονομικής ανταλλαγής που έλαβε χώρα στο νησί. Άλλα παραδείγματα εδεσμάτων που παραμένουν χαρακτηριστικά μέχρι σήμερα στην Κυπριακή κουζίνα, σύμφωνα με τον Αμερικανό ιστορικό τροφίμων Γουίλιαμ Γουόις Γουίβερ, είναι το ψωμί από ρεβιθάλευρο, που συνηθιζόταν κατά το Μεσαίωνα και ο Τραχανάς που έφεραν οι Φράγκοι στην περιοχή.

Η Κυπριακή κουζίνα βασίζεται κυρίως στο κρέας, με το χοιρινό να χρησιμοποιείται ευρέως στα κυπριακά γεύματα, ενώ το νησί φημίζεται επίσης, από την αρχαιότητα, για τις σαλάτες και τα φρούτα του.

Σημαντική θέση στην κυπριακή διατροφή έχουν το ελαιόλαδο, το ψωμί, το μέλι, αλλά και η κατανάλωση οσπρίων και λαχανικών. Μάλιστα, τα χορτοφαγικά πιάτα που σερβίρονται στην Κύπρο θεωρούνται ασυναγώνιστης γεύσης. Περίοπτη θέση έχουν επίσης τα θαλασσινά. Το καλαμάρι και το χταπόδι σερβίρονται μαριναρισμένα με κρασί και το διάσημο κυπριακό μπαρμπούνι ή ο τηγανητός γαύρος αποτελούν ξεχωριστές τοπικές λιχουδιές.

Τα βασικά αρωματικά που χρησιμοποιούνται στην κυπριακή κουζίνα είναι το κόλιαντρο, ο δυόσμος, η κανέλα, η δάφνη και το κύμινο τα οποία προσδίδουν ιδιαίτερη γεύση στα κυπριακά πιάτα.

Η ποικιλία αλλαντικών που ξεχωρίζουν στην κυπριακή κουζίνα ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών για τη διατήρηση του κρέατος. Το αλάτι, το κρασί και ο καπνός ήταν και είναι τα βασικά υλικά συντήρησης του κρέατος. Έτσι προέκυψαν προϊόντα μοναδικής γεύσης όπως τα παστά, τα λουκάνικα, η λούντζα και η τσαμαρέλα.

Το κρασί συνιστά ένα ακόμη ιδιαίτερο στοιχείο της Κυπριακής Γαστρονομίας με την Κουμανδαρία να αποτελεί ένα από τα παλιότερα, σε ότι αφορά στην παραγωγή του, κρασί στον κόσμο. Ο Ριχάρδος Λεοντόκαρδος χαρακτήρισε την Κουμανδαρία ως «το κρασί των βασιλιάδων και ο βασιλιάς των κρασιών». Συνυφασμένη με την κυπριακή παράδοση και κουλτούρα είναι και η ζιβανία, που αποτελεί και το «εθνικό» ποτό της Κύπρου.

Το κρασί συνιστά ένα ακόμη ιδιαίτερο στοιχείο της Κυπριακής Γαστρονομίας, με την Κουμανδαρία να αποτελεί ένα από τα παλιότερα, σε ό,τι αφορά στην παραγωγή του, κρασιά στον κόσμο. Ο Ριχάρδος Λεοντόκαρδος χαρακτήρισε την Κουμανδαρία ως «το κρασί των βασιλιάδων» και «τον βασιλιά των κρασιών». Συνυφασμένη με την κυπριακή παράδοση και κουλτούρα είναι και η ζιβανία, που αποτελεί το «εθνικό» ποτό της Κύπρου.

Στα τυροκομικά προϊόντα δύο είναι τα ξεχωριστά τυριά της Κύπρου: το φημισμένο χαλλούμι, το μοναδικό τυρί που μπορεί να ψηθεί στη σχάρα χωρίς να λιώσει και να καταναλωθεί με διάφορους τρόπους, και η αναρή.

Ορισμένα χαρακτηριστικά εδέσματα της κυπριακής κουζίνας που ο κάθε επισκέπτης του νησιού πρέπει να δοκιμάσει είναι: (α) το «οφτό κλέφτικο», φτιαγμένο από κομματάκια αρνιού, αρωματισμένα με φύλλα δάφνης και μαγειρεμένα σε παραδοσιακό φούρνο σφραγισμένο με πηλό, (β) η «κυπριακή σούβλα» από αρνί ή χοιρινό, (γ) η «σεφταλιά» που φτιάχνεται από χοιρινό κιμά με κρεμμύδι και μαϊντανό τυλιγμένα σε «πάνα» (αρνίσια μπόλια) και ψήνεται στα κάρβουνα, (δ) τα κυπριακά λουκάνικα, καπνιστά και κρασάτα, (ε) τα «κουπέπια» που είναι ντολμαδάκια με κιμά τυλιγμένα σε αμπελόφυλλο και με κόκκινη σάλτσα, (στ) οι «κυπριακές ραβιόλες», δηλαδή τοπικά ravioli, ζυμαρικά γεμιστά με χαλλούμι και αυγό, πασπαλισμένα με ψιλοκομμένο δυόσμο ή μέντα, (ζ) το «κολοκάσι» που είναι γλυκιά πατάτα γιαχνί και συχνά μαγειρεύεται με κόκκινο κρέας ή κοτόπουλο, (η) ο «ταβάς», χοιρινό στιφάδο με μεγάλα κρεμμύδια και κύμινο (θ) κουνέλι ή λαγός στιφάδο και (ι) ο «μεζές» που αποτελείται από αρκετά πιάτα, κρύα και ζεστά, που ποικίλουν ανάλογα την εποχή και σερβίρονται το καθένα σε μικρές ποσότητες. Αν και τα αγαπημένα φαγητά των Κυπρίων είναι τα είδη σχάρας και φούρνου, σημαντική θέση στο κυπριακό εδεσματολόγιο έχουν και οι σούπες.

Το γαστρονομικό ταξίδι στην κυπριακή κουζίνα ολοκληρώνουν τα παραδοσιακά γλυκά του κουταλιού, που αποτελούν μέχρι και σήμερα σήμα κατατεθέν της κυπριακής φιλοξενίας και το κατεξοχήν είδος κεράσματος. Για την παρασκευή τους χρησιμοποιούνται το μέλι, το σιρόπι ζάχαρης, καρύδια, φρούτα, αλλά και λαχανικά.